Τα αποκαΐδια του ελληνικού καλοκαιριού

Νεκτάριος Γκίκας
Κάθε χρόνος που περνά μας αφήνει με λιγότερα δάση, πιο θερμές πόλεις και χειρότερη ποιότητα ζωής.
August 14, 2025

Το έργο γνωστό. Κάθε καλοκαίρι γινόμαστε θεατές του ίδιου δράματος. Κάθε καλοκαίρι μετράμε χαμένες περιουσίες, χαμένες αγροτικές εκτάσεις, χαμένους πνεύμονες πρασίνου, κάποιες φορές μάλιστα μετράμε και χαμένες ζωές. Η πύρινη κόλαση αποτελεί την νέα κανονικότητα του ελληνικού καλοκαιριού, που πλέον μόνο αμέριμνο δεν είναι. 

Η κυβέρνηση, κάθε φορά, σπεύδει να αποδώσει την ευθύνη αποκλειστικά στην κλιματική αλλαγή, παρουσιάζοντας τον εαυτό της περίπου ως θεατή ενός ανεξέλεγκτου φυσικού φαινομένου. Η κλιματική κρίση βέβαια είναι υπαρκτή και οι συνέπειες της δυσχεραίνουν τις πυρομετεωρολογικές συνθήκες, επιμηκύνοντας τις περιόδους καύσωνα και ξηρασίας. Όμως δεν μπορεί να αποτελεί μόνιμο άλλοθι για τις βιβλικές καταστροφές που βιώνουμε κάθε χρόνο. Οι ίδιοι άνθρωποι που σήμερα βρίσκονται σε κυβερνητικές θέσεις, ήταν αυτοί που από την θέση της αντιπολίτευσης εξέφραζαν την οργή τους για τις καταστροφικές πυρκαγιές. Μήπως τότε δεν υπήρχε κλιματική κρίση και εμφανίστηκε ξαφνικά μετά το 2019; Η ειρωνεία κορυφώνεται, αν αναλογιστεί κανείς ότι βουλεύτρια του κυβερνώντος κόμματος έφτασε στο σημείο να αποδώσει τις ευθύνες για την εξάπλωση των πυρκαγιών στους…εθελοντές, μένοντας πιστή στο δόγμα της «ατομικής ευθύνης», το οποίο έχει ως μοναδικό σκοπό την μετακύλιση της κρατικής ανεπάρκειας στους πολίτες.

Τι όμως έχει πάει τόσο στραβά τα τελευταία χρόνια; Ας αφήσουμε τα νούμερα να μιλήσουν. Συνολικά, από το 2021 μέχρι το 2024 έχουν καεί περίπου 3.700.000 στρέμματα, μία έκταση σχεδόν ίση με ολόκληρο το νησί της Εύβοιας. Το 2023 μόνο χάθηκαν 1.750.000 στρέμματα, μία έκταση λίγο μεγαλύτερη από την Λέσβο, ενώ το 2024 παραδόθηκαν στις φλόγες άλλα 420.000 στρέμματα, δηλαδή όσο περίπου η Ζάκυνθος. Και το 2025 συνεχίζει στον ίδιο ρυθμό, καθώς μόνο τις τελευταίες μέρες, οι φωτιές σε Δυτική Ελλάδα και Χίο κατέκαψαν πάνω από 100.000 στρέμματα.

Ακόμα πιο αμείλικτα είναι τα νούμερα για την Αττική όπου, σύμφωνα με τις αναφορές από την Υπηρεσία Ταχείας Χαρτογράφησης Copernicus και το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για Δασικές Πυρκαγιές (EFFIS), από το 2017 έως το 2024, δεκατρείς μεγάλες πυρκαγιές αφάνισαν πάνω από 700.000 στρέμματα, εκ των οποίων τα 450.000 ήταν δασικές εκτάσεις. Με δεδομένο ότι ο νομός διαθέτει περίπου 1.230.000 στρέμματα δασών, αυτό σημαίνει ότι μόλις σε οκτώ χρόνια χάθηκε το 37% τους. Οι κάτοικοι έχουν πλέον πολύ λιγότερους πράσινους πνεύμονες δίπλα τους για αναψυχή, η θερμοκρασία στην πόλη ανεβαίνει, η ποιότητα του αέρα επιδεινώνεται και η καθημερινή ζωή γίνεται πιο ασφυκτική.

Η εικόνα είναι εξίσου ζοφερή και στην υπόλοιπη Ελλάδα, όπου και το 2025 έχουν συντελεστεί σημαντικές οικολογικές καταστροφές. Συγκεκριμένα, στον Φενεό Κορινθίας, η πρόσφατη πυρκαγιά του Ιουλίου κατέκαψε ένα παρθένο δάσος κεφαλληνιακής ελάτης, έναν οικολογικό θησαυρό που θα χρειαστεί πολλές δεκαετίες για να αναγεννηθεί, αν ποτέ επανέλθει πλήρως. Στη Χίο η εικόνα είναι αποκαρδιωτική, καθώς το νησί δοκιμάστηκε δύο φορές μέσα στο ίδιο καλοκαίρι: μία τον Ιούνιο όπου κατακάηκε το κεντρικό τμήμα του νησιού, καταστρέφοντας αρκετές μαστιχοκαλλιέργιες και τώρα ο πύρινος εφιάλτης επέστρεψε στο βορειοδυτικό τμήμα, αφήνοντας χωριά χωρίς ρεύμα στην καρδιά της τουριστικής περιόδου. Στην Αχαΐα, οι φωτιές ήταν τόσο ανεξέλεγκτες που έφτασαν μέχρι τα πρώτα σπίτια της πόλης της Πάτρας, σβήνοντας από τον χάρτη εναν σημαντικό πνεύμονα πρασίνου. Ενώ, τέλος, στην Άρτα και την Πρέβεζα, η φωτιά διέσχισε πολλές κατοικημένες περιοχές και κατέστρεψε τη λίμνη Ζηρού, ένα τοπίο απίστευτου κάλλους, αντάξιο των πιο ειδυλλιακών της Ευρώπης.

Η αποτυχία του κρατικού μηχανισμού δεν χρειάζεται περαιτέρω απόδειξη. Και όμως, μια κυβέρνηση που επαίρεται για την επιτελικότητά της δείχνει να αρκείται στην επικοινωνιακή διαχείριση. Η αλήθεια είναι ότι όσα χάνονται δεν επανέρχονται άμεσα. Δάση που έχουν καεί περισσότερες από μία φορές ενδέχεται να μην ξαναγεννηθούν ποτέ. Περιουσίες και κόποι ζωής δεν αποκαθίστανται πλήρως, όσο κι αν αποζημιωθούν οι πληγέντες. Όσοι λένε ότι τα σπίτια ξαναχτίζονται, μάλλον δεν έχουν ζήσει την εμπειρία της απώλειας. 

Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι οι πυρκαγιές αποτελούν έναν από τους μεγαλύτερους εθνικούς κινδύνους. Αν συνεχίσουμε να χάνουμε δασικές και αγροτικές εκτάσεις με αυτούς τους ρυθμούς, ο κίνδυνος ερημοποίησης είναι πια ορατός. Η χώρα χρειάζεται επειγόντως ένα νέο μοντέλο αντιμετώπισης των δασικών πυρκαγιών, που θα επενδύει στην πρόληψη αντί να τρέχει πίσω από τις καταστροφές. Ένα μοντέλο που θα ενισχύει και θα στελεχώνει τα δασαρχεία, θα διασφαλίζει τη δημιουργία  αντιπυρικών ζωνών και δασικών δρόμων τον χειμώνα και τη συντήρηση τους το καλόκαιρι, θα ενισχύει τον ρόλο της τοπικής αυτοδιοίκησης και θα εκπαιδεύει πολίτες και εθελοντές για άμεση και ασφαλή επέμβαση.

Κάθε χρόνος που περνά χωρίς ουσιαστικές και συθέμελες αλλαγές στον κρατικό μηχανισμό, μας αφήνει με λιγότερα δάση, πιο θερμές πόλεις και χειρότερη ποιότητα ζωής. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο. Οι πολίτες και οι εθελοντές δεν μπορούν να είναι η μόνη λύση, χρειάζεται ένας συγκροτημένος δημόσιος μηχανισμός που να προλαμβάνει, να προστατεύει και να αποκαθιστά. Αν δεν θέλουμε τους χάρτες μας με λιγότερο πράσινο, χρειαζόμαστε αυτές τις αλλαγές.

Το newsletter μας
Δεν σπαμάρουμε. Ποτέ. Κάνε εγγραφή στο newsletter μας για να μαθαίνεις τα τελευταία νέα μας
Thank you! Your submission has been received!
Oops! Something went wrong while submitting the form.