«Από την στιγμή που αποφασίζεις να κάνεις καριέρα κάνεις εκπτώσεις»

Πέτρα Παπαπέτρου
Συνέντευξη με τον Σπύρο Γραμμένο
May 13, 2025
Ο Σπύρος Γραμμένος μας μιλάει για την μουσική του πορεία, διηγείται ιστορίες από τις παραστάσεις του και μας αποκαλύπτει την πηγή έμπνευσής του πίσω από κάποια τραγούδια του.

Γεννημένος τον Φεβρουάριο του 1980,  από μικρός είχε μάλλον έμφυτη τάση στην μουσική, αφού στα δύο του μόλις χρόνια ζήτησε από τη μαμά του μία ηλεκτρική κιθάρα. O Σπύρος Γραμμένος είναι μουσικός, τραγουδιστής, σεναριογράφος, στιχουργός, ραδιοφωνικός παραγωγός, συγγραφέας, ηθοποιός και για πολλά χρόνια υπήρξε και κομμωτής. Με τραγούδια όπως τα «Μιρέλα», « Ω να Σου», «Καμία Μόνη» και το «Κουκουλοφόρος» μας ξυπνάει μια έντονη συναισθηματική παλέτα, που κυμαίνεται από συγκίνηση και δάκρυα μέχρι αβίαστο γέλιο.  Ευχάριστος, σατιρικός, και ισχυρογνώμονας σε ζητήματα κοινωνικοπολιτικά, μας μιλάει για ποικίλα θέματα που έχει βιώσει. Από το πώς η πατριαρχία γεννιέται στην οικογένεια, μέχρι το γιατί θεωρεί το ψάρεμα ψυχοθεραπεία, μοιράζεται μαζί μας δικές του εμπειρίες και σκέψεις.

-Έχεις ασχοληθεί με το τραγούδι, το σενάριο την υποκριτική, την γραφή αλλά και με πολλά άλλα. Ποια πτυχή του εαυτού σου πιστεύεις πως σε εκφράζει περισσότερο και γιατί?

-Πιο πολύ μου αρέσει να γράφω, τα υπόλοιπα χρειάζονται για να επιβιώσεις. Μ’ αρέσει να παίζω ζωντανά, το απολαμβάνω, παρά το άγχος της διαδικασίας. Το πιο αγαπημένο μου κομμάτι όμως είναι να γράφω.

-Ξεκίνησες την μουσική σου πορεία αρκετές φορές. Ποιο πιστεύεις ότι ήταν το μεγαλύτερο εμπόδιο που συνάντησες μέχρι να αφοσιωθείς πλήρως στην μουσική σου?

-Κοίταξε επειδή γενικά είναι γενικά περίεργο, χρειάζεται πειθαρχία. Φαντάζει νομίζω άπιαστο όνειρο να είσαι καλλιτέχνης. Έφτασα 29 χρονών για να νιώσω ότι έχω το δικαίωμα να το δοκιμάσω. Είχα το κομμωτήριο μια σταθερή δουλειά, και βάλθηκα να δοκιμάσω κάτι από την αρχή σε μια ξένη πόλη, να απευθυνθώ σε ένα μεγαλύτερο κοινό. Να φτιάξω το δίσκο μου δηλαδή, μέχρι τότε έκανα μισά πράγματα. Ήμουν στο κομμωτήριο, μετά πήγαινα σπίτι να γράψω.  Δεν ξέρω αν ήταν εμπόδιο η επαρχία ή αν ήταν βόλεμα ότι έχω μια στάνταρ δουλειά. Σημασία έχει ότι ξεβολεύτηκα, μηδένισα τα πάντα και ξεκίνησα από την αρχή. Τα πρώτα δύο χρόνια κούρευα, δούλευα σε κομμωτήριο για να επιβιώσω, αλλά σιγά σιγά έφτασα στο σημείο να μην χρειάζεται, να μην έχω χρόνο να το κάνω. Μέχρι πριν δύο χρόνια κουρευόμουν και μόνος μου, τώρα σκέψου το σταμάτησα και αυτό. Κουρεύω μόνο σε ειδικές περιστάσεις σε πολύ κοντινά μου άτομα, όχι στο σπίτι μου, δεν ξανά γεμίζω το σπίτι μου με τρίχες. (γελάει)

-Είσαι πολλά χρόνια στην μουσική σκηνή. Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια υπάρχει κάποια εμφάνιση που να σου έχει μείνει αξέχαστη?

-Δεν ξέρω, είναι πολύ περίεργη ερώτηση. Όλες οι συναυλίες σου αφήνουν κάτι. Συνήθως, όπως κάνουμε οι άνθρωποι, θυμάμαι τα άσχημα. Είναι μια ιστορία που τη λέω στα λαιβ: Είχα πάει να παίξω το 2013-2014 σε ένα μαγαζάκι στη Πλάκα Λιτόχωρου κι ήταν δύο ζευγάρια μπροστά μου, ηλικιωμένοι. Και με το που ανέβηκα στη σκηνή ο ένας ξεκίνησε να με βρίζει ακόμα ενώ ήμουν πλάτη. Αυτός από τι καταλάβαμε μετά, είχε νευριάσει πάρα πολύ γιατί το μαγαζί δεν είχε σουβλάκια. Δεν έβριζε μόνο εμένα έβριζε και την κόρη της ιδιοκτήτριας. Πέρασε αρκετή ώρα που με έβριζε, μετά από 20 λεπτά το έχασα, ενώ δεν το συνηθίζω, απ’ τις λίγες φορές που με έχει νικήσει κάποιος στη σκηνή. Μετά από τις χυδαίες φρασεολογίες κάνω μια ώρα διάλειμμα και έρχονται οι φίλοι μου από πίσω να με υποστηρίξουν και να με ανεβάσουν. Όταν ξανανεβαίνω στη σκηνή ζαλιζόμουν απτό στρες και έπαιξα το τραγούδι «Κουκουλοφόρος», μήπως σεβαστεί τουλάχιστον αυτό το τραγούδι. Ο ηλικιωμένος προέβη σε αντικομουνιστικό παραλήρημα  και ύστερα αποχώρησε. Ή τουλάχιστον προσπάθησε αφού τον είχε κλείσει ένα αμάξι. Ύστερα συνεχίστηκε κανονικά η συναυλία και το κοινό ήταν ήσυχο, όπως συνηθίζει να είναι στις συναυλίες μου, εκτός από κάτι πιτσιρίκια που γέλαγαν αρκετά αλλά συμμετείχαν κανονικά. Μετά από μισή ώρα περίπου που ο γέρος είχε φτάσει στα όρια του, ακούω το ένα πιτσιρίκι απ’ την παρέα να λέει «Νταξει κρίμα είναι πάμε να το πάρουμε», και αυτοί τελικά είχαν κλείσει τον Κύριο που μας έβριζε όλο το βράδυ. Έτσι λοιπόν την επόμενη μέρα, έγραψα το τραγούδι «Ο Κύριος» που είναι στον δίσκο 16.

Και μία πρόσφατη ήταν πέρυσι στο Βόλο. Ήρθε μια κοπέλα, έκατσε ακριβώς μπροστά μου και χόρευε και τραγούδαγε με πάρα πολύ ενέργεια. Κάτι μου θύμισε αλλά δεν κατάλαβα. Αφού βγήκα έξω ήρθε και με βρήκε και μου λέει «Σπύρο, τι κάνεις;». Την κοιτάω και της λέω « Ξαναμιλά μου λίγο και δείξε μου τα δόντια σου». Με κοιτάει, γελάει και συνειδητοποιώ ότι ήταν η πρώτη μεγάλη μου σχέση, που είχα να την δω σχεδόν 30 χρόνια. Η κοπέλα αυτή ήταν κι στο πρώτο μου λαιβ. Ήταν πολύ συγκινητικό.

-Έχεις αναφέρει ότι τα τραγούδια δεν ανήκουν σε εμάς (αναφερόμενος στους ίδιους τους καλλιτέχνες).Πώς επηρεάζει αυτό την διαδικασία δημιουργίας σου? Σκέφτεσαι τον ακροατή όταν γράφεις ή τα τραγούδια σου αποτελούν μία ωμή και αφιλτράριστη αποτύπωση των συναισθημάτων

-Αυτό είναι το πρώτο πράγμα, (το να είναι αφιλτράριστο) γιατί αν σκεφτείς παραέξω, παραέξω απτά συναισθήματα σου, πέρα από αυτό που νιώθεις αυτήν την στιγμή, θα ξεκινήσεις να αυτολογοκρίνεσαι. Στο τραγούδι, «Με λόγια ξένα»,  η ακροστιχίδα (το πρώτο γράμμα απτό κάθε στίχο απτό κάθε κουπλέ) σχηματίζουν το «Νίκος Ρωμανός Αλέξης Γρηγορόπουλος». Ουσιαστικά είναι σαν ένα γράμμα απ’ τον Ρωμανό στον Γρηγορόπουλο, που τον σκότωσαν πριν τόσα χρόνια και από τότε βασανίζουν και την ζωή του Ρωμανού. Τα τραγούδια δεν τα γράφεις, τα ξερνάς, σαν να σου βγαίνει κάτι από μέσα σου αυτήν την στιγμή. Το τραγούδι πιστεύω ότι  πρέπει να βγαίνει γρήγορα να μην το παιδέψω για να βγει. Αλλά αυτό το τραγούδι δεν ανήκει σε εμένα. Αυτό το τραγούδι είναι ό,τι φαντάστηκα ότι θα έλεγε ο Ρωμανός στον Γρηγορόπουλο, και δεν γίνεται να είναι δικό μου το τραγούδι , αυτά τα λόγια. Εξού και στίχος «Οι λυρικοί κραυγάζουν με λόγια ξένα». Φωνάζω, αλλά τα λόγια δεν είναι δικά μου. Δεν σκότωσαν τον φίλο μου, δεν πήγα εγώ στη φυλακή, δεν πέρασα εγώ όλα αυτά. Αν δεν είναι μια δικιά μας ιστορία, συνήθως καταγράφουμε κομμάτια της ιστορίας που ζούμε. Δεν είναι δικά μας. Για αυτό λέω ότι δεν μας ανήκει η τέχνη.  

Πρέπει να επιβιώσουμε με κάποιο τρόπο, οπότε πρέπει να πληρωνόμαστε για αυτό που κάνουμε (αναφερόμενος στα πνευματικά δικαιώματα και τις σφοδρές αντιδράσεις που είχε λάβει για την εν λόγω δήλωση ) αλλά τα τραγούδια δεν μας ανήκουν. Σε μια ουτοπία δικιά μου, σε μια αταξική αμεσοδημοκρατική κοινωνία δεν είχαμε κανένα λόγο για σουξέ ούτε για τίποτα. Απ’ την στιγμή που αποφασίζεις να κάνεις καριέρα κάνεις εκπτώσεις. Εκπτώσεις ηθικές, εκπτώσεις στην καθημερινότητα σου, στον χρόνο σου, οπότε είναι πολύ άσχημο πράγμα.

-Τα τραγούδια σου συχνά αγγίζουν κοινωνικά ζητήματα που οφείλουμε να φέρουμε στην επιφάνεια. Ένα από αυτά είναι το «Τί με κοιτάς?» Πες μας λίγα λόγια για το τραγούδι αυτό.

-Το «Τι με κοιτάς» το έγραψα το 2015 που τα ναυάγια με τους πρόσφυγες ήταν καθημερινά. Ο κόσμος που ερχόταν και πνιγόταν στο Αιγαίο ήταν πάρα πολύς. Είχα φρικάρει. Σε ένα πρωί το έγραψα όλο το τραγούδι. Μου βγήκε τόσο γρήγορα, δεν είχα συνειδητοποιήσει τι είχα γράψει. Μετά πήρα τον αδερφό μου, όπως κάνω συνήθως, και τότε με έπιασαν τα κλάματα. Έκλαιγε και ο αδερφός μου απ’ την άλλη γραμμή του τηλεφώνου. Η πιο περίεργη και δύσκολη εμπειρία με αυτό το τραγούδι, ήταν στη Χίο.  Σε ένα λάιβ που έκανα εκεί, ήρθαν αφού τελείωσα την συναυλία, κάτι παιδιά από μια ΜΚΟ, η οποία φιλοξενούσε ανήλικα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα. Μου είπαν αν γινόταν να πάω να παίξω μουσική εκεί την επόμενη μέρα και τους λέω εννοείται. Την επόμενη μέρα που πήγα στο σπίτι, ενώ ετοιμαζόμουν πριν βγω, ήρθε στην κουζίνα ένα κοριτσάκι. Περίμενα να παίξω και μου λέει:  

«Τι κάνεις εδώ;»

«Έχω έρθει για να σας παίξω μουσική» της λέω. Μίλαγε καταπληκτικά αγγλικά ήταν απ’ την Συρία.

«Παίζεις μουσική άρα είσαι καλός άνθρωπος….Ή μήπως είσαι κακός;» μου λέει κοιτάζοντάς με μέσα στα μάτια.

Λέω, «οι φίλοι μου λένε ότι είμαι καλός…»  

«Αν είσαι καλός, όταν θα φύγεις, θα με πάρεις μαζί σου, θα με πάρεις από εδώ;» μου λέει.

Της λέω «δεν μπορώ να το κάνω αυτό, δεν έχω το δικαίωμα»  

Και μου λέει «Δεν είσαι καλός».  

Και όταν γράφω τέτοια τραγούδια όπως αυτό, νιώθω ότι «τους την είπα, τους τα ‘χωσα».  Όταν κατέβηκα όμως κάτω στο σπίτι και έπαιξα το κομμάτι (ανάμεσα σε άλλα παιδικά και χαρούμενα), αυτή καταλάβαινε αρκετά ελληνικά, καθόταν και με κοίταζε μέσα στα μάτια για να καταλάβει τί είναι αυτό που λέω. Σε κάποια στιγμή, ειδικά όταν ανέφερα την Συρία, ένιωσα σαν να μου λέει αυτή το κομμάτι, να το λέει σε εμένα έτσι όπως με κοιτούσε μες στα μάτια. Με κοίταζε σαν να μου λέει αυτή «Τι με κοιτάς; Τι με λυπάσαι;»

-Τον Μάρτιο του 2023, έγινε χαμός με το τραγούδι «Καμία Μόνη» που μιλάει για την φυλετική βία, τις γυναικοκτονίες και τους αγώνες των γυναικών. Έχεις αναφέρει ότι ένας μεγάλος λόγος που σέβεσαι και αγαπάς τις γυναίκες τόσο πολύ, είναι η μητέρα σου. Σε ένα αγόρι που δεν έχει τέτοιες επιρροές από το οικογενειακό του περιβάλλον και απαξιεί αξίες όπως ο φεμινισμός ή μειώνει τις ίδιες τις γυναίκες, πως θα το προσέγγιζες ή τί θα το συμβούλευες για να δει τα πράγματα αλλιώς?

-Κοίταξε, την πατριαρχία την γεννάνε οι μητέρες. Η οικογένεια. Πιο παλιά ειδικά στην επαρχία (νησιά) ήταν μητριαρχικές οι κοινωνίες γιατί οι άνδρες πήγαιναν στα καράβια κι οι μητέρες έμεναν σπίτι να μεγαλώσουν τα παιδιά. Τα μεγάλωναν λοιπόν με το «είσαι ο άντρας». Ξεκινάνε όλα από το σπίτι. Όταν ένα παιδί έχει μεγαλώσει με το «εσύ είσαι άντρας, ο γιος μου άντρακλας, και θα χεις πολλές γκόμενες κλπ κλπ» μετά είναι πολύ δύσκολο να αλλάξει. Δεν μπορώ να μπω σε συζητήσεις πλέον. Σε βγάζει απτά ρούχα σου όλο αυτό. Όλοι καθημερινά γινόμαστε και σεξιστές και ρατσιστές γιατί αυτά είναι φορεμένα μέσα μας. Απλά είναι δύσκολο να το παραδεχτείς. Για αυτό είμαι υπέρ των ακραίων φωνών των αντισεξιστικών, των αντιρατσιστικών φωνών. Γιατί αυτές οι φωνές θυμίζουν στους μετριοπαθείς ανθρώπους τις έννοιες που ξεχνάει στην καθημερινότητα του.

-Τα χόμπι σου εκτός από το να πηγαίνεις για ψαροτούφεκο χωρίς να ρίχνεις ποια είναι? Τί κάνεις μετά από μια κουραστική μέρα για να χαλαρώσεις?

-Η δουλειά αυτή που κάνουμε, δεν κλείνει ποτέ. Μπορεί μετά από μια πολύ δύσκολη μέρα να κάτσω να γράψω ένα διήγημα, και να χαλαρώσω έτσι. Μπορεί να δω καμιά σειρά καμιά ταινία. Αλλά τις ταινίες τις βλέπω πλέον πέρα από το σενάριο τους κι τις ερμηνείες των ηθοποιών. Τις βλέπω πιο τεχνικά. Κάποιες φορές το χαλάει αυτό γιατί αν βλέπω κανένα θρίλερ, μπορεί να σκέφτομαι ότι υπάρχουν 39 άτομα πίσω απ’ τις κάμερες που γελάνε. Το ψάρεμα όμως είναι ψυχοθεραπεία. Το να κάθεσαι εκεί γαλήνια με τις ώρες…Και η κομμωτική είναι κάτι το πολύ δημιουργικό επίσης…

Το newsletter μας
Δεν σπαμάρουμε. Ποτέ. Κάνε εγγραφή στο newsletter μας για να μαθαίνεις τα τελευταία νέα μας
Thank you! Your submission has been received!
Oops! Something went wrong while submitting the form.