Η εξωτερική πολιτική δεν είναι πεδίο ιδεολογικών προκαταλήψεων. Είναι εργαλείο εθνικής επιβίωσης, άσκηση στρατηγικής διορατικότητας και συνεχούς επαγρύπνησης. Αυτή η αλήθεια, που διατυπώθηκε και εφαρμόστηκε έντονα κατά τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 μέσα από την πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου, αγνοήθηκε σκόπιμα από τις μετέπειτα κυβερνήσεις, ιδίως από τη σημερινή Νέα Δημοκρατία, η οποία επέλεξε τον στενό, μονοδιάστατο δυτικό προσανατολισμό ως μοναδική στρατηγική.
Η Ελλάδα εκείνης της εποχής είχε ερείσματα στη Μέση Ανατολή, σχέσεις εμπιστοσύνης με τον Αραβικό κόσμο, ισχυρή παρουσία στην Αφρική και διπλωματική βαρύτητα στους κόλπους των Αδεσμεύτων. Δεν ήταν τυχαίο ότι η Τουρκία παρέμενε περιφερειακά απομονωμένη και στρατηγικά καθηλωμένη στην Ανατολή.
Σήμερα, η εικόνα αντιστρέφεται. Η Τουρκία διαμορφώνει συμμαχίες από τη Λιβύη μέχρι το Αζερμπαϊτζάν και από το Κατάρ έως τη Σομαλία, με την Ελλάδα σε ρόλο παρατηρητή. Το διπλωματικό επεισόδιο στη Βεγγάζη, όπου η ελληνική και ευρωπαϊκή αποστολή με συμμετοχή του Υπουργού Μετανάστευσης Θάνου Πλεύρη χαρακτηρίστηκε ανεπιθύμητη και εκδιώχθηκε από τις Λιβυκές αρχές της Ανατολής, αποτυπώνει με τον πιο ωμό τρόπο την έλλειψη επιρροής της Αθήνας στις κρίσιμες εξελίξεις της ευρύτερης περιοχής. Η Λιβύη, για πρώτη φορά στην ιστορία, αμφισβήτησε, επίσημα την ελληνική θαλάσσια κυριαρχία σε σύμπλευση με την Άγκυρα και αυτό δεν είναι ούτε σύμπτωση, ούτε απρόσμενο γεγονός. Είναι αποτέλεσμα διαρκούς διπλωματικής αδράνειας και στρατηγικής υποτίμησης της περιοχής.
Η Αθήνα αποσύρθηκε από τον χάρτη της Μεσογείου, δεν επένδυσε πολιτικά στις μετεμφυλιακές εξελίξεις της Λιβύης, δεν ανέπτυξε συνέργειες στην Αίγυπτο, το Ισραήλ, την Παλαιστίνη και δεν συμμετέχει ενεργά στη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας. Η εξωτερική πολιτική, περιορισμένη σε διμερείς επαφές και επικοινωνιακές επιτυχίες, δεν παράγει μακροχρόνια ισχύ, ούτε επηρεάζει το διεθνές περιβάλλον προς όφελος της χώρας.
Το ίδιο ισχύει και για την εσωτερική ασφάλεια. Το περίφημο «αφήγημα του Έβρου», που χρησιμοποιήθηκε ως απόδειξη αποτελεσματικότητας της κυβέρνησης στο μεταναστευτικό, πλέον καταρρέει. Οι μεταναστευτικές ροές μετακινούνται στη νότια πύλη της χώρας, με την Κρήτη και τα Δωδεκάνησα να γίνονται νέοι κρίκοι σε ένα μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό μοτίβο, χωρίς να έχει διαμορφωθεί καμία αντίστοιχη στρατηγική πρόβλεψης ή διαχείρισης για να μην έχουμε ακόμη ένα θανατηφόρο Ναυάγιο της Πύλου.
Η χώρα δεν έχει την πολυτέλεια να λειτουργεί αντιδραστικά. Χρειάζεται ένα νέο δόγμα εξωτερικής πολιτικής που να εστιάζει:
Στην επανασύνδεση με τον αραβικό και αφρικανικό κόσμο,
Στην ουσιαστική διπλωματική παρουσία στη Μεσόγειο.
Στην ενεργητική συμμετοχή στη διαμόρφωση ευρωπαϊκής και διεθνούς ασφάλειας,
Στην ενίσχυση της στρατηγικής αυτονομίας της, διαδραματίζοντας ταυτόχρονα εξισορροπητικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή.
Η Ιστορία μάς διδάσκει ότι οι χώρες που εγκαταλείπουν την εξωτερική τους πολιτική, γίνονται υποκείμενα των εξωτερικών πολιτικών των άλλων. Η Ελλάδα οφείλει να ξαναβρεί τη φωνή της. Όχι για να επιστρέψει στο παρελθόν, αλλά για να έχει μέλλον.